- πολύγνωστος
- πολύγνωστοςmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πολύγνωστον — πολύγνωστος masc/fem acc sg πολύγνωστος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυγνώστους — πολύγνωστος masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολύγνωστοι — πολύγνωστος masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολύγνωτος — Όνομα δύο αρχαίων Ελλήνων καλλιτεχνών. 1. Ζωγράφος από τη Θάσο (α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ.), γιος του ζωγράφου Αγλαοφώντα, από τον οποίο διδάχτηκε την τέχνη του. Τίποτα δεν σώζεται από τα έργα του, τα οποία ωστόσο περιγράφει λεπτομερώς ο Παυσανίας … Dictionary of Greek